ΔΙΠΛΗ ΠΑΡΑΤΗΡΗΤΙΚΟΤΗΤΑ
Γιατί η παρατήρηση και η μελέτη του φυσικού κόσμου, είναι στοιχείο απαραίτητο για την εξέλιξη του ανθρώπου;
Ποιά η πραγματική θέση του ανθρώπινου όντος μέσα σ’ αυτό το περιβάλλον που ονομάζουμε Δημιουργία;
Τι διαπιστώνουμε παρατηρώντας τη Δημιουργία γύρω μας;
Αυτά είναι κάποια από τα ερωτήματα που θα προσπαθήσουμε να απαντήσουμε μ’ αυτήν την ομιλία.
Στη συνέχεια, μπορείτε να παρακολουθήσετε την σχετική ομιλία:
Ακολουθεί το κείμενο της ομιλίας, για μια δεύτερη ματιά και περαιτέρω μελέτη.
Η παρατήρηση και η μελέτη του φυσικού κόσμου, είναι στοιχείο απαραίτητο για την εξέλιξη του ανθρώπου, διότι ο φυσικός κόσμος είναι το περιβάλλον στο οποίο έχει τοποθετηθεί ο άνθρωπος και σκοπός αυτού του περιβάλλοντος, είναι να υποδεικνύει στον άνθρωπο τη σχέση που πρέπει να αναπτύξει μαζί του, προς όφελος της προσωπικότητάς του.
Παρατηρώντας λοιπόν ο άνθρωπος τον αισθητό αυτό κόσμο, τη Δημιουργία, τη Φύση, τον άφωνο παιδαγωγό μέσα στον οποίο ζει, μπορεί να διακρίνει, να βεβαιώσει, αλλά και να βεβαιωθεί για την Υπέροχη Φαντασία που δημιούργησε αυτόν τον κόσμο.
Γι’ αυτό το λόγο, ο Δημιουργός προίκισε τον άνθρωπο με τις αισθήσεις, για να μπορεί να παρατηρεί και να εξερευνά τον αντικειμενικό κόσμο, να αποκομίζει εντυπώσεις, οι οποίες να αποτυπώνονται στην ψυχή του και να μεταφέρονται στο πνεύμα του για ανάλυση και επεξεργασία.
Οι αισθήσεις και ειδικά εκείνη της όρασης, είναι που δίνουν στον άνθρωπο τη δυνατότητα να εικονοποιεί το περιβάλλον, ώστε να γίνεται αισθησιακά αντιληπτό σ’ αυτόν, για να το κατανοήσει και μέσα από τις εμπειρίες της ζωής, τον πνευματικό προσανατολισμό, να αντλεί νοήματα και διδάγματα, που είναι απαραίτητα για την εξέλιξή του.
Για να μπορέσουμε όμως να βρούμε την πραγματική θέση του ανθρώπινου όντος μέσα σ’ αυτό το περιβάλλον που ονομάζουμε Δημιουργία, θα πρέπει να δεχτούμε δύο δεδομένα. Το πρώτο είναι, ότι η Δημιουργία δεν κτίστηκε για χάρη του ανθρώπου. Το δεύτερο είναι, ότι η ιδιαιτερότητα του ανθρώπινου όντος, με το να είναι δηλαδή η μόνη συνειδητή μορφή της Δημιουργίας, έχει κάποια σκοπιμότητα.
Ο άνθρωπος είναι η μόνη εν δυνάμει συνειδητή μορφή της Δημιουργίας, αλλά για να ενεργοποιηθεί αυτή η συνείδηση ο άνθρωπος θα πρέπει να συνεργασθεί μαζί της.
Έτσι η ανώτερη γνώση που αναδύεται μέσα από τη Δημιουργία, ως προς τη σχέση αιτίου και αποτελέσματος, βρίσκει ένα χώρο, τη συνείδηση του ανθρώπου να καταγραφεί και να αντιγραφεί με τον ανάλογο τρόπο που αντιγράφεται το αίτιο μέσα στο αποτέλεσμα και κατ’ αυτό τον τρόπο η συνείδηση στον άνθρωπο εδραιώνεται, μέσα από τις έννοιες και τις γνώσεις που αποκτώνται.
Σύμφωνα με το δεύτερο δεδομένο, η ιδιαιτερότητα του ανθρώπινου όντος, δηλαδή το να είναι η μόνη συνειδητή μορφή της Δημιουργίας, έχει κάποια σκοπιμότητα και η σκοπιμότητα αυτή είναι η ολοένα βαθύτερη, ευρύτερη γνώση, μέσω της οποίας ο άνθρωπος θα μπορέσει να διευρύνει τη συνείδηση με την οποία είναι προικισμένος.
Παρατηρώντας λοιπόν αυτή τη Δημιουργία γύρω μας, σε πρώτη προσέγγιση, διαπιστώνουμε την ύπαρξη Μορφών, Νόμων και Φαινομένων. «Μορφή είναι το αποτέλεσμα της έκφρασης και ο τρόπος εμφάνισης μιας Ιδέας στο εξωτερικό περιβάλλον του υλικού κόσμου». Οτιδήποτε μας περιβάλλει, ορυκτό, φυτικό ή ζωικό, έχει μία μορφή που την οφείλει σε αντίστοιχη Ιδέα. Η Μορφή είναι το αποτέλεσμα, η Ιδέα είναι το αίτιο.
Εάν λοιπόν ο άνθρωπος παρατηρήσει και μελετήσει τις μορφές της δημιουργίας, εισχωρήσει με τη διπλή παρατηρητικότητα στο βαθύ τους νόημα και κατορθώσει να αναχθεί από την Μορφή στην Ιδέα, τότε μετέχει του επιπέδου της Αλήθειας και αποκτά συνείδηση αυτής. Ο Θεός δίδει στον άνθρωπο όλα τα μέσα τα οποία θα τον βοηθήσουν στην προσπάθειά του να προχωρήσει προς την Αλήθεια: του δίνει τη Φύση, το Περιβάλλον, τη Δημιουργία, τους νόμους και σε τελευταία ανάλυση, τις Μορφές!
Οι Μορφές είναι αποτυπώσεις Θείων Ιδεών, άρα αποτελούν εκφράσεις του Θεού και δηλώνουν Θεία Παρουσία. Οι Μορφές, αυτές οι ίδιες, δεν είναι ο Θεός, είναι τα ίχνη της Παρουσίας Του, τα οποία παρέχει ως βοήθεια προς τον άνθρωπο. Τόσο οι Μορφές που περιβάλλουν τον άνθρωπο, όσο κι ο ίδιος ο άνθρωπος, είναι δημιουργικές εκφράσεις του Θεού.
Η σχέση που υπάρχει τώρα μεταξύ Αιτίου και αποτελέσματος, ορίζεται ως Λόγος. Κάθε τι που δημιουργεί ο Θεός, αποτυπώνει τη Θέλησή του και υπηρετεί κάποιον σκοπό δημιουργικό: έναν Λόγο. Επομένως, εάν ο άνθρωπος, παρατηρώντας και μελετώντας τις Μορφές της Δημιουργίας, ανακαλύψει τον σκοπό για τον οποίον έγιναν, τότε μέσω του σκοπού ανακαλύπτει το «Θέλω» της συγκεκριμένης Ιδέας.
Με απλά λόγια, δηλαδή δια της παρατήρησης, της μελέτης και της έρευνας, επιδιώκουμε ν’ ανακαλύψουμε τον σκοπό, ο δε σκοπός δεν είναι άλλος από τον Λόγο, ο οποίος μεταφέρθηκε ως έκφραση του «Θέλω» της Ιδέας στη Μορφή. Και ανευρίσκοντας τον Λόγο, ανερχόμαστε στην Ιδέα.
Στην ανακάλυψη αυτού του Λόγου που υποκρύπτεται στις μορφές, βρίσκεται η οδός της συνειδητοποίησης του ανθρώπου. Η ανεύρεση του Μυστικού Λόγου — δηλαδή της σκοπιμότητας της Μορφής — αποκαλύπτει τον δεσμό μεταξύ Αιτίου και αποτελέσματος. Και μέσα από τον εν λόγω δεσμό, βρίσκει ο άνθρωπος τον δρόμο για να αναχθεί στην Ιδέα.
Παρατηρώντας λοιπόν τι υπάρχει και τι συμβαίνει γύρω μας και βρίσκοντας τη σκοπιμότητά τους, ανακαλύπτουμε τον Λόγο που συνδέει τη Μορφή, ως αποτέλεσμα και το Θεό, ως Δημιουργό.
Η γνώση όμως της φύσης για να μας οδηγήσει στην ανακάλυψη του Λόγου, που συνδέει τη μορφή με το Θεό, προϋποθέτει απαραίτητα και τη γνώση του εαυτού, διότι μόνον τότε ο άνθρωπος μπορεί να δεχτεί την αλήθεια που του αποκαλύπτει η φύση.
Για να αποκτηθεί η γνώση του εαυτού, θα πρέπει ο άνθρωπος να έχει ένα πρότυπο, επί του οποίου να κάνει την εργασία αυτή. Με το πρότυπο αυτό αρχίζει μια εργασία συγκριτική όλων εκείνων των στοιχείων που του δίνει η παρατήρηση, δηλαδή των εκφράσεων του εαυτού του και των εκφράσεων εκείνων, τα οποία έχει το πρότυπο.
Προσοχή όμως, εάν ο άνθρωπος δεν απελευθερωθεί από όλα τα βάρη, δεν μπορούμε να μιλάμε για ανεύρεση του Μυστικού Λόγου, δεν μπορούμε να βρούμε τον Θεό, μέσα από τις μορφές της Δημιουργίας. Η απαραίτητη γι’ αυτό κλείδα, είναι η Αγνότητα, τη δε Αγνότητα πραγματοποιεί η Αγάπη.
Μόνο η Αγάπη, η οποία πραγματοποιεί την Αγνότητα, μας απελευθερώνει από τον εχθρό και μας μεταφέρει στο Θείο. Άρα η παρατήρηση, η έρευνα, η μελέτη της φύσης και των νόμων της, θα μας βοηθήσουν να ξεφύγουμε από την πλάνη και την υλιστικότητα. Όλη δε αυτή η εργασία, είναι πολύ λεπτή και απαιτεί παρατηρητικότητα, εγρήγορση, επιμονή και πίστη. Γι’ αυτό χρειάζεται ν’ αναπτύξουμε κάποιες αρετές, με πρώτη αυτή για την οποία μιλάμε, την αρετή της διπλής παρατηρητικότητας.
Με την αρετή αυτή, θα παρακολουθούμε τις σκέψεις, τα αισθήματα και τις πράξεις μας. Παρατηρώντας και παρακολουθώντας τις πράξεις μας και τους λόγους μας, δεν περιοριζόμαστε στο τι κάνουμε, αλλά στο γιατί το κάνουμε και οι απαντήσεις που θα δίνουμε σ’ αυτό το γιατί, θα πρέπει να είναι ειλικρινείς και έντιμες.
Ο άνθρωπος παρατηρώντας, μελετώντας και ερευνώντας τον αντικειμενικό κόσμο, δεν θα μπορέσει να μεθέξει της Θείας Αλήθειας, εάν προηγουμένως δεν έχει επιτύχει να δημιουργήσει, μέσω της Αγάπης, τον «χώρο» εκείνο μέσα στον οποίο θα υπάρξει η Συνείδηση, δηλαδή τον χώρο εκείνο στον οποίο θα καταγραφεί και θα αποτυπωθεί η αντίληψη του βιώματος αυτής της Αλήθειας.
Την Αλήθεια τώρα αυτή, παρουσιάζουν, περικλείουν και φυλάσσουν οι Μορφές της Δημιουργίας, συμπεριλαμβανομένου και του ανθρώπου. Κι αυτή είναι η «αντικειμενική Αλήθεια», η οποία υπάρχει ως θέση μέσα στον κόσμο. Αυτή την αντικειμενική Αλήθεια, είναι που οι άνθρωποι ονόμασαν Θεό.
Εν κατακλείδι η Φύση αποτελεί θεματοφύλακα της Αντικειμενικής Αληθείας, την οποία ο άνθρωπος καλείται να ερευνήσει με δύο μεθόδους: αφ’ ενός μέσω της λογικής, νοητικά, κατά την «οριζόντια» εκδίπλωσή της στο επίπεδο της αισθητής Φύσης και αφ’ ετέρου μέσω της αναλογικής, βιωματικά, κατά την «κατακόρυφη» εκδίπλωσή της, μέσω των διαφόρων επιπέδων, μέσω του νόμου της αναλογίας.
Κατόπιν όλων αυτών η διπλή παρατηρητικότητα είναι υποχρέωση κάθε μυημένου, προκειμένου να πλησιάσει περισσότερο την Αλήθεια. Είναι η ικανότητά να βλέπει τις δύο πλευρές κάθε πράγματος, μέσω της νόησης και του αίσθους και να καταλήγει σε συμπεράσματα και συνειδητοποιήσεις. Είναι η ικανότητα να ξεχωρίζει αυτό που φαίνεται από αυτό που είναι. Είναι δηλαδή η ικανότητα να ξεχωρίζει την υποκειμενική αντίληψη, από την αντικειμενική Αλήθεια.
Είναι η ικανότητα να παρατηρεί τα γεγονότα και να αναγνωρίζει τα αίτια που τα προκάλεσαν. Είναι η ικανότητα να μπορεί, μέσω των αποτελεσμάτων που δημιουργεί ο ίδιος και οι συνάνθρωποί του, να προσεγγίζει τα κίνητρα που πρωτοστάτησαν σ’ αυτά, τις ανάγκες που κρύβονται, τον ψυχικό και νοητικό κόσμο, που γίνεται αίτιο και εξωθεί στις διάφορες αποφάσεις και δραστηριότητες.
Είναι η παρατήρηση της δράσης του Νόμου της Δυάδας πάνω στα πάντα, που θα τον οδηγήσει στη γνώση, στη συνείδηση και στη συνεχεία, στην ανώτερη συνείδηση και την ολοκλήρωσή του. Εν ολίγοις, η διπλή παρατηρητικότητα στηρίζεται στην ικανότητα και εξάσκηση της διάκρισης, που θα παίξει καθοριστικό ρόλο στη ζωή και την εξέλιξή μας.
Κάθε άνθρωπος που ακολουθεί το δρόμο της μύησης, πρέπει να καταβάλλει συντονισμένη προσπάθεια, για να κάνει κτήμα του την αρετή της διπλής παρατηρητικότητας, διότι μέσω της αρετής αυτής, διαπαιδαγωγείται με την παρακολούθηση του εαυτού του, της γύρω φύσης, των συνανθρώπων του.
Τα καλά ή κακά διδάγματα που αντλεί από τη διαδικασία αυτή, είναι εντυπώσεις που του γίνονται αντιληπτές χάρη στα αισθητήρια όργανά του. Δεχόμενος δε αυτές τις εντυπώσεις και επεξεργαζόμενος αυτές με τις ιδιότητες που έχει έμφυτα μέσα του, όπως είναι η κρίση, το συναίσθημα, το προαίσθημα, η καλοσύνη, η ελευθερία κ.τ.λ κατορθώνει να μετατρέπει τις εντυπώσεις σε νοήματα ή συναισθήματα, τα οποία και θα αποτελέσουν τη νοητική και την αισθητική του κατάσταση. Αυτή η διαδικασία, είναι κυρίως που χαρακτηρίζει και εξυψώνει τον άνθρωπο και τον τοποθετεί σε βάθρο πολύ πιο ψηλό από εκείνο που βρίσκονται όλα τα άλλα δημιουργήματα.
Όταν όμως οι ιδιότητες αυτές που αναφέραμε, δεν βρίσκονται σε ομαλή και φυσιολογική λειτουργικότητα, τότε η παρατηρητικότητά μας είναι απλή και όχι διπλή και είναι απλή, διότι οι ιδιότητές μας αυτές, δονούμενες από τα αισθητήριά μας όργανα, αντιλαμβάνονται μόνο περί τίνος πρόκειται κι αυτό δεν είναι αρκετό.
Η παρατηρητικότητά μας θα πρέπει να γίνει διπλή, δηλαδή οι ανώτερες ιδιότητές μας να λειτουργούν φυσιολογικά, με συνοχή και συνέπεια, ώστε να μην αντιλαμβάνονται απλά και επιφανειακά μόνον περί τίνος πρόκειται, αλλά να διακρίνουν και να επιλέγουν μόνον εκείνες τις εντυπώσεις που μας κατευθύνουν προς τα άνω, προς την Πηγή, προς το Καλό.
Επειδή δε, όπως πολλές φορές έχουμε αναφέρει, ο άνθρωπος δέχεται δύο ωθήσεις, μια από το ανώτερο και μια από το κατώτερο, έχοντας αναπτύξει μέσα του την αρετή της διπλής παρατηρητικότητας, θα είναι σε θέση να αντιλαμβάνεται την ποιότητα και την καταγωγή των έλξεων που δέχεται και κατ’ αυτό το τρόπο να προφυλάσσεται από τον εγωϊσμό και την υλιστικότητα και να μην παρεκκλίνει από την ευθεία.
Για να αποφεύγουμε λοιπόν παρερμηνείες, πλάνες και παράλογες δραστηριότητες, είναι απαραίτητο να κάνουμε κτήμα μας τη διπλή παρατηρητικότητα, με τον τρόπο και για το λόγο που αναφέραμε, δηλαδή να αναζητούμε πάντοτε τον Λόγο και να μην περιοριζόμαστε στο φαίνεσθαι.