Ε Λ Π Ι Δ Α
Γιε μου, κόρη μου:
Όταν, θύμα ναυαγίου, προσκολλημένος σ’ ένα συντρίμμι, πλέεις μεταξύ ζωής και θανάτου στον αχανή και μαινόμενο ωκεανό, γιατί προσκολλάσαι τόσο πεισματικά σ’ οτιδήποτε, αφού ο θάνατος σε περικυκλώνει και το κενό σε καλεί;
– Γιατί επιθυμείς τη ζωή και ακόμα ελπίζεις.
Όταν ο θάνατος στριφογυρίζει γύρω σου και σου αποσπά ό,τι λατρεύεις στη γη, όταν έρχεται να σου αρπάξει και το τελευταίο μόριο της παρηγοριάς σου, όταν, μη μένοντας ακόμα ικανοποιημένος από τη δοκιμασία σου αυτή, σου ανοίγει πληγή στη φλέβα για να ξεχυθεί η ζωή σου κι έτσι να σ’ οδηγήσει ασφαλώς στα σκοτάδια της κατοικίας του, γιατί και τότε, με μια στερεή ταινία προσπαθείς να σταματήσεις το αίμα;
– Γιατί άλλο, παρά γιατί επιθυμείς τη ζωή και ελπίζεις ακόμα.
Όταν ο θάνατος σου επιτίθεται ορμητικός με όλα τα δηλητηριώδη όπλα του και σε καθιστά περιφερόμενο πτώμα, όταν σε καλεί με ισχυρές φωνές και ζωηρές χειρονομίες, γιατί γιε μου, κόρη μου καταπίνεις αηδιαστικά φάρμακα;
– Γιατί άλλο, παρά γιατί επιθυμείς τη ζωή και ακόμα ελπίζεις.
Όταν ενενηντάρης, σιγο-γέρνεις προς τον τάφο που ανοίγεται μπροστά σου, γιατί παιδί μου οπισθοχωρείς, μια και η ζωή σου έδωσε όλες τις ικανοποιήσεις;
– Γιατί άλλο παρά γιατί επιθυμείς τη ζωή και ελπίζεις ακόμα.
Όταν το σπίτι σου δοκιμάζεται σκληρά από την πείνα και όταν εκείνοι που αγαπάς πεθαίνουν γύρω σου ο ένας μετά τον άλλο, γιατί τρως και το πτώμα τους;
– Γιατί επιθυμείς τη ζωή και ελπίζεις ακόμα.
Όταν αγαπητή μου κόρη, κρατώντας σφιχτά το παιδί σου στο στήθος σου, χαμένη παραδίνεσαι από τα κύματα, αν ξάφνου αναφανεί κάποια ελπίδα σωτηρίας, γιατί με όλες τις δυνάμεις σου προτείνεις το παιδί σου και παραδίνεις τον εαυτό σου στο θάνατο;
– Γιατί επιθυμείς τη ζωή του και ελπίζεις γι’ αυτό.
Όταν αγαπητέ μου γιε, ο γιος σου πεθαίνει από ασφυξία και ψυχορραγεί, γιατί βάζεις το στόμα σου μέσα στο δικό του για να του εμφυσήσεις τη ζωή κι εσύ παραδίνεσαι στο θάνατο;
– Γιατί ποθείς τη ζωή του και ελπίζεις γι’ αυτήν. Τα παιδιά δεν γνώρισαν ακόμα την αγάπη της ζωής και δεν έχουν μπει στο τρομερό ρεύμα της ελπίδας.
Όταν η καρδιά σου τραυματισμένη, πληγωμένη και ματωμένη από πρόσφατο πένθος κλαίει για την εγκατάλειψη, γιατί παιδί μου αναστενάζεις, αν όχι για ν’ ανακουφίσεις τον πόνο σου και να ελπίσεις σ’ ένα καλύτερο μέλλον;
Όταν τέλος, παιδιά μου, σε κάθε βήμα της ζωής σας παλεύετε προς το θάνατο, σκοντάφτετε και πέφτετε, τι είναι εκείνο που σας κάνει να σηκώνεστε, παρά η επιθυμία και η ελπίδα να φτάσετε στο σκοπό σας;
Ποιο είναι το διαλυτικό του πόνου που σκοτίζει το λογικό σας, παρά η ελπίδα;
Παιδιά μου, οι δυνάμεις της προσωπικότητάς σας είναι περιορισμένες. Πώς λοιπόν αντιστέκεστε στις καταιγίδες της ζωής που είναι ασύγκριτα μεγαλύτερης εντάσεως και δυνάμεως από τη δική σας ενέργεια;
Η ε λ π ί δ α είναι ο μεγάλος παράγοντας των θαυμάτων αυτών. Η ελπίδα που σας αποσπά από τους κόλπους της αβύσσου. Η ελπίδα που σας σηκώνει κατά τη στιγμή της πτώσης. Η ελπίδα που σας σώζει από το χείλος του γκρεμού.
Η ελπίδα είναι κάτι που έρχεται σε σας απ’ έξω. Τη στιγμή που οι δυνάμεις σας υποκύπτουν συντριμμένες από το άλγος, η ε λ π ί δ α εισδύει με την ψυχή στην καρδιά σας κι εκεί αρχίζει να καίγεται, προκαλώντας σε σας πόνο. Όμως, από την εστία της ξεφεύγει ένα θυμίαμα που ανεβαίνει στον εγκέφαλό σας, διαλύει τον τρόμο και τακτοποιεί το πνευματικό σας ον, το οποίο βρίσκεται σε αταξία και σας προξενεί το φόβο.
Δεν έχετε ποτέ αισθανθεί, τέκνα μου, μετά από ένα φρικτό άλγος, ν’ ανθίζει το χαμόγελο στα χείλη σας και ο φόβος να σας κυριεύει μπροστά στην απάνθρωπη αυτή εκδήλωση; ( μειδίαμα μετά από θάνατο λατρευτού όντος). Ωστόσο η απάνθρωπη αυτή πράξη επαναλαμβάνεται, οι ιδέες φωτίζονται, ο φόβος εξαφανίζεται, το μειδίαμα επανέρχεται, η ζωή επανακτά τα δικαιώματά της και μέσα στο πλατύ πεδίο της μνήμης σας, ενταφιάζετε ευγενικά τα προσφιλή αντικείμενα της ανάμνησής σας.
Δεν είναι καθόλου η λήθη που εκτέλεσε το έργο της αλλά η ελπίδα, ο ισχυρός αυτός παράγοντας, που ξεφεύγει από την καρδιά μου και εισδύει στη δική σας, για ν’ αποκαταστήσει τις ενέργειες που είναι σε αταξία και να εξαλείψει πολλά από τα ίχνη της λύπης σας.
Βεβαίως, τέκνα μου, όποιος θρηνεί αποκρούει την ελπίδα. Εκείνη όμως, σαν φιλόστοργη μητέρα, τον περικυκλώνει, τον περικαλύπτει και τον αποχωρίζει από τον κόσμο άλγους του. Τελικά, η ελπίδα επιβάλλεται και κατορθώνοντας να νικήσει την πιο ισχυρή αντίσταση, ενθρονίζεται σαν βασίλισσα στις καρδιές των ανθρώπων, έτοιμη να δώσει τη δύναμη που χρειάζεται για τη μεγάλη πάλη.
Η ελπίδα δημιουργεί και πραγματοποιεί μέσα σας όλα τα αντικείμενα των επιθυμιών σας. Η ελπίδα είναι ο φυσικός μου ήλιος που τοποθέτησα από πάνω σας, για να θερμάνει τη ζωή σας, γιατί εκείνο που για σας είναι ελπίδα για μένα είναι ε λ ε η μ ο σ ύ ν η .