ΠΟΙΟΣ ΕΙΝΑΙ Ο ΣΚΟΠΟΣ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ
Αυτό το ερώτημα πρέπει να αφορά κάθε ανεξαιρέτως άνθρωπο στη γη ή οπουδήποτε αλλού και κατά συνέπεια, δεν μπορεί να αποτελεί προνόμιο ή αποκλειστικότητα των φιλοσόφων και των μορφωμένων.
Γιατί άραγε αυτό το ερώτημα, που αν και κατά καιρούς απασχόλησε τη σκέψη κάθε ανθρώπινης ύπαρξης, εν τούτοις, ελάχιστοι είναι εκείνοι που επέμειναν και προσπάθησαν να βρουν τη λύση του;
Στη συνέχεια, μπορείτε να παρακολουθήσετε την ομιλία.
Ακολουθεί το κείμενο της ομιλίας, για μια δεύτερη ματιά και περαιτέρω μελέτη!
Το ποιος είναι ο σκοπός του ανθρώπου, είναι ένα θέμα επίκαιρο, δύσκολο και σπουδαίο για τη ζωή μας. Απλά, ο κάθε άνθρωπος προσπαθεί να δώσει απαντήσεις σε αυτό το ερώτημα σύμφωνα με αυτό που είναι, ανάλογα με τη φύση του.
Οι αισθησιακός άνθρωπος, αυτός δηλαδή που αντιλαμβάνεται με τις αισθήσεις του, ο υλιστής και ο ρεαλιστής, θα πει ότι σκοπός της ζωής μου είναι να πετύχω, να προοδεύσω, να έχω επιτυχίες, να έχω άνεση.
Ο ψυχικός άνθρωπος, αυτός δηλαδή που βλέπει τα πράγματα με πιο συναισθηματικό τρόπο, με την ψυχή του, θα πει ότι σκοπός της ζωής μου είναι να ευτυχήσω.
Αν έρθουμε στον διανοητή, εκεί θα συναντήσουμε νοητικές απαντήσεις, άνθρωπο δηλαδή που ασχολείται με τα αίτια της ζωής και βρίσκει κάποιες απαντήσεις, οι οποίες τον βοηθούν να αντιλαμβάνεται, εάν πραγματοποίησε ή όχι το σκοπό του.
Αν πάμε σε μία ακόμα ψηλότερη κατηγορία ανθρώπων, σε αυτή που θα ονομάζαμε πνευματικότητα της ανθρωπότητας, θα δούμε ότι η απάντηση που δίνεται, περιλαμβάνει και όλες τις προηγούμενες, αλλά και κάτι παραπάνω.
Σ’ αυτή την κατηγορία θα ταξιδέψουμε μαζί. Θα κοιτάξουμε να δούμε ποιος είναι ο σκοπός του ανθρώπου, σύμφωνα με τη φύση του και η φύση του ανθρώπου είναι πνευματική. Παρ’ όλα αυτά όμως είμαστε άνθρωποι, έχουμε αδυναμίες, ελαττώματα, ανάγκες και εξαρτώμεθα από το περιβάλλον, το οποίο άλλοτε είναι ευνοϊκό και άλλοτε δυσευνοϊκό.
Οι ανάγκες είναι αυτές που μας αναγκάζουν να ασχολούμεθα όλο και περισσότερο με την ικανοποίησή τους, με συνέπεια να ξεπερνάμε το όριο της ικανοποίησης των φυσικών μας αναγκών και να υπέρ-ασχολούμεθα με την ικανοποίηση επίκτητων αναγκών κι έτσι να χάνουμε το σκοπό της ζωής μας.
Μας καταλαμβάνει η υλιστικότητα, η οποία σαν αποτέλεσμα έχει να ακυρώνει κάθε μας προσπάθεια για εξέλιξη κι έτσι από τρισυπόστατα όντα, από πνεύμα, ψυχή και σώμα, να καταλήγουμε μονοδιάστατοι, μονοϋπόστατοι, δηλαδή να καταλήγουμε υλιστές ή αισθησιακοί και πλανεμένα να πιστεύουμε ότι εξελισσόμαστε πνευματικά.
Για να μπορέσουμε όμως πράγματι να εξελιχθούμε, απαραίτητη προϋπόθεση είναι η γνώση του εαυτού. Ο άνθρωπος όμως, με την ελεύθερη βούλησή του, έχει την επιλογή να εξελιχθεί ή να μην εξελιχθεί, να εκπληρώσει το σκοπό της ζωής του ή να μην τον εκπληρώσει.
Αυτό μπορεί να το κάνει, είτε συρόμενος προς την εξέλιξη μέσα από πόνους, δάκρυα και δοκιμασίες, είτε με χαρά, ευζωία, ευγνωμοσύνη, ελπίδα και πίστη. Η διαφορά είναι τεράστια. Ο προικισμένος με την ελεύθερη βούληση άνθρωπος, ο οποίος την χρησιμοποιεί χάριν της εξέλιξής του, είναι εκείνος που αποκομίζει οφέλη πνευματικά, τα οποία τον βοηθούν σε αυτή του τη πορεία.
Τούτο οφείλεται στο ότι η εξελικτική προσπάθεια κάθε ανθρώπου ατομικά, διευκολύνεται από το όλο έργο που έχει γίνει στην ανθρωπότητα και από τα πνευματικά δώρα που μας έρχονται από την γενική προσπάθεια.
Όλοι οι άνθρωποι ανεξαιρέτως, έχουν την ίδια προέλευση και είμαστε συγκροτημένοι από τα ίδια υλικά και, καθώς φαίνεται, το σχέδιο της δημιουργίας, ο σκοπός δηλαδή της ανθρωπότητας, είναι κοινός και αφορά όλους ανεξαιρέτως τους ανθρώπους και όχι μόνο μία μερίδα των ανθρώπων ή μόνο ένα άτομο.
Η σχέση που υπάρχει μεταξύ ανθρώπου και ανθρωπότητας, είναι ίδια με εκείνη που υπάρχει μεταξύ των οργάνων του σώματός μας κι αυτό που ωθεί τα κύτταρα να συνεργάζονται μεταξύ τους και να συγκροτούν όργανα και τα όργανα να συνεργάζονται, είναι η αμοιβαιότητα.
Για να φθάσουμε επομένως στο σκοπό μας, οφείλουμε ο καθένας να συνεργάζεται με αμοιβαιότητα με τους άλλους, όπως ακριβώς κάνουν και τα κύτταρα του σώματός μας.
Αν δεν συνδιαλλαγούμε μεταξύ μας, δεν πρόκειται ποτέ κανένας να βρει το σκοπό της ζωής του. Αίτιο της συνδιαλλαγής αυτής, είναι η ικανοποίηση της ανάγκης, η οποία δημιουργεί την αλληλεγγύη, η οποία με την αμοιβαιότητα εξασφαλίζει τη ζωή στην ολότητα.
Ο άνθρωπος είναι ένα πνευματικό ον, είναι μια ακτίνα συνείδησης που απέκτησε σώμα υλικό και ψυχικά επενδύματα. Για να βρούμε λοιπόν ποιος είναι ο σκοπός μας, θα πρέπει να βρούμε το αίτιο για το οποίο το ον αυτό ενσαρκώθηκε.
Με την “πτώση” το πνεύμα ξεχνά τι ήταν, επέρχεται ο νόμος της λήθης, ο οποίος αφορά όλους τους ανθρώπους, διότι είναι νόμος και είναι η κινητήρια δύναμη όλων μας και ο κοινός σκοπός μας. Στον κοινό αυτό σκοπό όμως, ο καθένας παίζει έναν εντελώς ξεχωριστό ρόλο κι εδώ υπεισέρχεται και επιδρά ο ακατάλυτος νόμος της ανομοιότητας. Ο καθένας δηλαδή έχει να παίξει ένα ρόλο πρωταγωνιστικό μεν, αλλά διαφορετικό.
Ο άνθρωπος λοιπόν, ακόμα και αν πετύχει ως άτομο το σκοπό του στη ζωή, δεν είναι ολοκληρωμένος. Για να μπορέσει να ολοκληρωθεί, πρέπει να πετύχει, μαζί με όλους τους άλλους πρωταγωνιστές, στο έργο που έγραψε ο Δημιουργός και αυτό θα πρέπει να το κερδίσει με την προσωπική του προσπάθεια.
Ο όρος ζωής της ανθρωπότητας επομένως, είναι η αμοιβαιότητα, για να μπορέσει έτσι το κάθε άτομο που αποτελεί την ανθρωπότητα να πραγματοποιήσει τον ξεχωριστό σκοπό που έχει μέσα σε αυτή την ολότητα. Απαραίτητη δε προϋπόθεση γι’ αυτό, είναι σε κάθε άνθρωπο να δίνεται η ευκαιρία να έχει τη δυνατότητα, εφόσον προσπαθεί, να πραγματοποιήσει τον ατομικό του σκοπό.
Αυτό σημαίνει ελευθερία, η οποία είναι η απαραίτητη κοινωνική συνθήκη, για να μπορούν τα άτομα να έχουν τις απαραίτητες εκείνες προϋποθέσεις, για να πραγματοποιήσουν τον ατομικό τους σκοπό, ο οποίος δεν είναι άλλος από την δημιουργία προσωπικότητας. Για να το επιτύχω όμως αυτό, πρέπει να περιστείλω τα ελαττώματά μου, να τα μικρύνω ή να τα αναβιβάσω σε ανάλογα προτερήματα.
Να μην έχω μεγάλη πάθη που μου απορροφούν μεγάλο ποσό ενέργειας. Να μην βασανίζει την διάνοιά μου η πλάνη και η αμφιβολία. Να μην βασανίζει την ψυχή μου κάθε υπερβολή συναισθηματική και αισθηματική. Να κρατήσω δηλαδή την ψυχή μου σε ηρεμία. Πρέπει δηλαδή να κάνω ένα εσωτερικό, ατομικό έργο.
Δεν είναι τελικά εύκολη υπόθεση, όχι μόνο να βρω το σκοπό στη ζωή μου, αλλά και να τον πραγματοποιήσω. Υπάρχει όμως και ο εύκολος, αλλά πνευματικός δρόμος, ο ευθύς δρόμος, που μας τον δίνει η διδασκαλία μας.
Είναι στην αισθητική μου κατάσταση, μέσα στην ψυχή μου δηλαδή, να μην επιτρέπω σε κανένα αρνητικό συναίσθημα να παραμένει για παραπάνω από μερικά δευτερόλεπτα.
Το κλειδί που μας δίνει η Ηθική διδασκαλία της Σ. Μ. Δώρας, για να κρατήσουμε την ακεραιότητά μας, είναι να μην επιτρέπουμε στην ψυχή μας να διατηρηθεί κανένα αρνητικό συναίσθημα παραπάνω από ελάχιστο χρόνο, μία στιγμή.
Έτσι λοιπόν:
1ον. Δεν επιτρέπω σε κανένα αρνητικό συναίσθημα να παραμείνει μέσα μου, παρά μόνο μια στιγμή. Μόλις το καταλάβω, το διώχνω, δεν το αφήνω να μου δημιουργήσει δεύτερα και τρίτα συναισθήματα.
2ον. Το ίδιο κάνω και στη σκέψη μου. Και στη σκέψη μου θα δημιουργηθούν αρνητικές σκέψεις, δεν θα αφήσω να μείνει μέσα στη διάνοια μου κάθε αρνητική σκέψη, κάθε αμφιβολία. Όταν αποτυγχάνω σε κάτι, δεν σημαίνει ότι δεν είμαι ικανός να πετύχω εφόσον προσπαθώ, σημαίνει ότι εφόσον προσπαθώ είμαι ικανός, αλλά δεν βρήκα ακόμα τον τρόπο.
Αυτό στη διδασκαλία μας ονομάζεται εξάγνιση της αισθητικής και νοητικής μας κατάστασης. Αυτή η προσπάθεια είναι ο γρήγορος δρόμος ως προς την ανεύρεση του σκοπού της ζωής μας. Αν έχω αγνό συναίσθημα και αγνή σκέψη, εύκολα οδηγούμαι προς τον σκοπό της ζωής μου.
Η αγνότητα είναι ο εύκολος δρόμος που με οδηγεί στον σκοπό της ύπαρξής μου, στην πραγματοποίηση της ενσάρκωσής μου. Όταν μιλάμε για αγνότητα μη θεωρήσετε ότι πρέπει να γίνουμε Άγιοι. Είναι να μην κάνουμε κακό στον εαυτό μας και στο περιβάλλον. Ο βαθμός αγνότητας που θα πετύχει ο κάθε άνθρωπος, είναι ανάλογος με την πνευματική του καταγωγή.
Είμαστε επομένως αλληλένδετοι όλοι οι άνθρωποι μεταξύ μας, χωρίς διακρίσεις. Ο κάθε άνθρωπος με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του είναι το ίδιο πολύτιμος για την ευτυχία της ανθρωπότητας. Ουδείς είναι ανάξιος.
Ο σκοπός της ζωής του κάθε ανθρώπου, του αποκαλύπτεται όταν διαχέει την προσωπικότητά του μέσα στις προσωπικότητες των άλλων ανθρώπων, όταν ενδιαφέρεται ο ίδιος για τον συνάνθρωπο.
Γιατί πότε ξεκινάει ένας άνθρωπος να βιαιοπραγεί, να αδικεί κτλ; Όταν έχει μία ανάγκη που δεν μπορεί να ικανοποιήσει με τις δικές του δυνάμεις. Αν εγώ όμως είχα προνοήσει να είμαι δίπλα του, ώστε τη δεδομένη στιγμή να τον βοηθήσω να προσπαθήσει μόνος του και με τη δική μου βοήθεια να ικανοποιήσει την ανάγκη, δεν θα χρειασθεί, ούτε να βιαιοπραγήσει, ούτε να αδικήσει κτλ.
Καταλήγουμε επομένως στο συμπέρασμα ότι, αν δείχνουμε ενδιαφέρον για τον συνάνθρωπό μας, ένα ελάχιστο ποσοστό της ανθρωπότητας είναι προορισμένο για να κάνει το κακό και οι περισσότεροι κάνουν το κακό διότι αδιαφορούμε εμείς.