ΠΕΡΙ ΚΑΛΟΥ
Μια διαφορετική διερεύνηση της ύπαρξης του καλού και του κακού, όχι τόσο γύρω μας αλλά κυρίως μέσα μας.
• Το προαιώνιο ζήτημα, η σχέση του Καλού με το μέτρο, τον υπολογισμό. Η λογική, η αγάπη και η καταλυτική έκφραση της Καλοσύνης.
• Ποιος έχει καλοσύνη και τί είναι αυτή; Συναίσθημα, ιδιότητα ή αδυναμία;
• Και εντέλει, ποια η σχέση όλων των παραπάνω με την εξυπνάδα, την ευφυΐα, τη μοναδικότητα του κάθε ανθρώπου, αλλά και την ανάγκη του να ευτυχήσει στη ζωή.
Στη συνέχεια, μπορείτε να παρακολουθήσετε την ομιλία.
Ακολουθεί το κείμενο της ομιλίας, για όποιον θέλει να το δει για μια δεύτερη ματιά και περαιτέρω μελέτη!
Αδελφοί μου,
Το θέμα μας σήμερα είναι για το «Καλό», για το οποίο, η Ιδρύτρια του Τάγματός μας αναφέρει τα εξής:
«Το υπέρτατο καλό εδρεύει στη Μονάδα. Στην ιδεαλιστική του έννοια το Καλό είναι το Απόλυτο, το Είναι εν εαυτώ, διότι μόνον ό,τι Είναι, είναι το Καλό. Είναι ο παγκόσμιος Γεννήτωρ, με μία λέξη ο Θεός. Το Καλό είναι Αρετή του Πνεύματος γιατί ό,τι είναι Πνεύμα και Ζωή είναι άσπιλο. Άρα, εάν το Καλό είναι ό,τι Είναι, το Κακό είναι ό,τι δεν είναι. Εάν ο Θεός είναι το Παν, ο διάβολος δεν είναι τίποτα. Εάν το Καλό είναι η αρετή του Πνεύματος, το κακό θα είναι το ελάττωμα της Ύλης. Και αυτό είναι το μεγάλο πρόβλημα, γιατί η παρουσία των δύο αυτών άκρων, εξηγεί την κατάπτωση του ατόμου που τα εκδηλώνει.»
Πρόκειται για το προαιώνιο θέμα του Καλού και του κακού, το οποίο, για να μπορέσουμε να κατανοήσουμε, να νοιώσουμε και να ωφεληθούμε, οφείλουμε να κατέβουμε από το αφηρημένο και μάλλον μεταφυσικό επίπεδο της θεωρίας και να ερευνήσουμε την ύπαρξη του Καλού και του κακού μέσα μας, στον εαυτό μας , στη συμπεριφορά μας, στη ζωή μας.
Και συνεχίζει λέγοντας:
«Το Καλό εκδηλώνεται στον άνθρωπο δια της Καλοσύνης. Η Καλοσύνη προσβάλλεται πάντοτε στον άνθρωπο από το μέτρο. Η φαινομενική έδρα της καλοσύνης στον άνθρωπο, είναι η καρδιά. Η φαινομενική έδρα του μέτρου, είναι ο εγκέφαλος. Κάθε εκδήλωση της Καλοσύνης στον άνθρωπο, παρεμποδίζεται από την επίδραση του Μέτρου ή του Υπολογισμού. Οι άνθρωποι κάνουν το Καλό με μέτρο γι’ αυτό και τα αποτελέσματα του καλού είναι ολέθρια. Οι άνθρωποι κάνουν το Καλό από υπολογισμό κι έτσι καταπνίγουν την Καλοσύνη τους. Το Μέτρο και ο Υπολογισμός, είναι τα πιο ατελή σημεία της αντιλήψεως του ανθρώπου, ενώ η Καλοσύνη δεν επιδέχεται καμιά τελειοποίηση, διότι είναι τέλεια εν εαυτή. Η Καλοσύνη είναι η παθητική αρετή του ανθρώπου και η εκδήλωσή της είναι αυθόρμητη. Δεδομένου ότι το Εγώ απασχολείται διαρκώς από τον τρόμο του τέλους, δεν αφήνει ποτέ να πραγματοποιηθεί το αυθόρμητο της καλοσύνης του, αλλά, για περισσότερη ασφάλεια, την παρακολουθεί και την υποβάλλει στην αυστηρότητα του μέτρου και του υπολογισμού, τα οποία την καταπνίγουν σχεδόν πάντοτε. Ο άνθρωπος κρίνει, συλλογίζεται και υπολογίζει με ταχύτητα και εμπιστοσύνη. Αλλά η κρίση, ο συλλογισμός και ο υπολογισμός, επειδή είναι ατελείς στον άνθρωπο, τον απάτησαν σχεδόν πάντοτε στις προσδοκίες του, γι’ αυτό άλλωστε και είναι δύσκολο στον άνθρωπο να είναι Καλός. Να είσθε υπερήφανοι για τις αυθόρμητες πράξεις σας Καλοσύνης και όχι για τις γνώσεις σας.»
Τα παραπάνω είναι σαφή και ξεκάθαρα, διότι απηχούν μέσα μας την αλήθεια και πράγματι, ποιος δεν έχει διαπιστώσει το φρένο που το μυαλό μας, ο νους μας, η λογική, βάζει στην αυθόρμητη προτροπή της ψυχής να εκδηλώσει την Καλοσύνη μας;
Ποιος δεν έχει διαπιστώσει τον διχασμό αυτό μεταξύ εγκεφάλου και καρδιάς; Μόνο εκείνοι που ενεργούν τελείως ασυνείδητα, αυτοί που ποτέ δεν παρακολουθούν τον εαυτό τους. Όλοι οι άλλοι, όσοι ασχολούνται, λίγο η πολύ, με την έρευνα των αντιδράσεών τους, των κινήτρων τους, με την παρακολούθηση έστω και υποσυνείδητα των πράξεών τους, είναι αδύνατον να μην έχουν αντιληφθεί την αντίθεση αυτή μεταξύ εγκεφάλου και καρδιάς.
Χρειαζόμαστε λοιπόν κάποιες διευκρινήσεις και οφείλουμε πρωτίστως να καθορίσουμε τι ακριβώς εννοούμε με τον όρο Καλοσύνη και δευτερευόντως να δούμε γιατί να υπάρχει αυτός ο διχασμός. Και τέλος να δούμε τι μπορούμε να κάνουμε για να αποκαταστήσουμε την αρμονική συμβίωση της λογικής και της αγάπης.
«H Καλοσύνη, μας λέγεται, κατέχει μεγάλο μέρος της Υπερουσιαστικής συστάσεως του ανθρώπου, αλλά εξουδετερώνεται συστηματικά από τις ατελείς του ενέργειες. Η Καλοσύνη είναι δώρο που ο άνθρωπος έλαβε από το υπέρτατο Καλό, τον Θεό.» Επομένως, η καλοσύνη είναι έμφυτη αρετή, συνυφασμένη με τη φύση του ανθρώπου και μάλιστα την Υπερουσιαστική του Φύση.
Γιατί όμως το καλό να εκδηλώνεται στον άνθρωπο δια της καλοσύνης και όχι δια της αγάπης ;
Διότι η Αγάπη είναι Αρχή και ως Δημιουργός Αρχή, όσο περισσότερο απομακρύνεται από την εστία – πηγή της, τόσο περισσότερο εξαπλώνεται, διατηρώντας εντούτοις την ποιότητα της, την οποία αποτυπώνει στα διάφορα επίπεδα, αλλάζοντας όχι στην ουσία της αλλά στην έκφρασή της. Στον άνθρωπο, η Αγάπη εκδηλώνεται και στις τρεις υποστάσεις, και στο Πνεύμα του και στην Ψυχή και στο Σώμα του.
Το κατ΄ εξοχήν όμως βασίλειο της Αγάπης, είναι το επίπεδο της Ψυχής. Τόσο της Παγκόσμιας, όσο και της Ατομικής Ψυχής. Η Ψυχή, είτε το θέλουμε, είτε δεν το θέλουμε, μας ενώνει με τους συνανθρώπους μας.
Η Αγάπη, λοιπόν, μέσω της Ψυχής, πραγματοποιεί το αδύνατο μέσα στον κόσμο του διαιρετού και του ατόμου- την ένωση των πάντων. Ειδικότερα στο ανθρώπινο επίπεδο, ο άνθρωπος – όπως και όλα τα όντα – υφίσταται το Νόμο της Αγάπης, ασυνείδητα και υποσυνείδητα.
Η Αγάπη είναι η αδήριτη ανάγκη που μας σπρώχνει να συνδεθούμε με τους άλλους. Η ανάγκη αυτή μας επιβάλλεται από τον Νόμο της Αγάπης και την υφιστάμεθα θέλοντας και μη. Δεν αγαπούμε γιατί το θέλουμε. Αγαπούμε γιατί δεν μπορούμε να κάνουμε αλλιώς. Αγαπούμε υποσυνείδητα, από παρόρμηση, γιατί πρέπει, είναι ανάγκη να συνδεθούμε, να επικοινωνήσουμε με τους άλλους. Να συμπληρωθούμε, να ενωθούμε.
Η αμιγής τώρα, η καθαρή, η τέλεια, η συνειδητή εκδήλωση της Αγάπης από τον άνθρωπο, είναι η καλοσύνη. Είπαμε ήδη ότι η Καλοσύνη είναι αυθόρμητο συναίσθημα, αλλά αυθόρμητα συναισθήματα εκδηλώνει πάρα πολλά ο άνθρωπος και δεν είναι όλα καλά. Κάθε τι το αυθόρμητο που εκδηλώνουμε, δεν σημαίνει ότι πηγάζει από την Καλοσύνη μας. Το αυθόρμητο αναφέρεται περισσότερο στην ιδιότητα της ψυχής και επειδή η Καλοσύνη εκδηλώνεται μέσω της Ψυχής, χαρακτηρίζεται από τον αυθορμητισμό. Εκτός λοιπόν από τον αυθορμητισμό, η Καλοσύνη έχει και άλλα χαρακτηριστικά κι άλλα πλαίσια που την καθορίζουν.
Το πιο αυταπόδεικτο στοιχείο εκδηλώσεως της Καλοσύνης είναι ο αγνός αλτρουισμός. Εκφράσεις της Καλοσύνης, είναι η ελεημοσύνη, η φιλία, η γενναιοδωρία, η συμπαράσταση, η συμπόνοια, η συγνώμη, η κατανόηση, η αυταπάρνηση, η θυσία. Είναι όλα εκείνα τα συναισθήματα που εκδηλώνουμε άλλοτε σποραδικά και άλλοτε τυχαία, αλλά σχεδόν ποτέ συνεχώς και μόνιμα και που έχουν τη σφραγίδα της μονής κατεύθυνσης. Από μας προς τους άλλους, από μέσα προς τα έξω. Η Καλοσύνη είναι πάντοτε ανιδιοτελής. Δεν κάνει διακρίσεις, δεν έχει προτιμήσεις, δεν αποκλείει κανέναν. Γι’ αυτό η Καλοσύνη είναι η αμιγής, η τέλεια έκφραση της θείας αγάπης στον άνθρωπο.
Γιατί όμως να υπάρχει αντίθεση, διχασμός νου και καρδιάς ;
Διότι η φαινομενική έδρα της Νόησης, της Λογικής, της Κρίσεως, είναι ο εγκέφαλος και της Καλοσύνης η καρδιά. Τόσο η Νόηση όμως όσο και το Αίσθημα, είναι μέσα εκφράσεως και αντιλήψεως του Εγώ.
Με το εγώ ο άνθρωπος, δεν διαχωρίζει μόνο τον εαυτό του από τους συνανθρώπους του, αλλά υπονοεί και το σύνολο των ιδιαίτερων κρυφών και φανερών στοιχείων που συνθέτουν το είναι του. Υπονοεί τον χαρακτήρα του, τις γνώσεις του, την ιδιοσυγκρασία του, την ψυχοσύνθεσή του, τα αισθήματά του, τη δύναμή του.
Η θέση αυτή, προδίδει τους νόμους της ατομικότητας, της μοναδικότητας, της ανεπανάληπτης μορφής κάθε ανθρώπου που γεννιέται, ζει και πεθαίνει. Το εγώ, λοιπόν, αντιπροσωπεύει για μας τον εαυτό μας. Στον τρομερό αυτό νόμο της ατομικότητας που διαχωρίζει τα όντα σε εφήμερες μορφές ζωής, η ατομική συνείδηση που επέτρεψε στον άνθρωπο να προφέρει την αντωνυμία Εγώ, γέννησε τα πρώτα σπέρματα της έννοιας της ύπαρξης.
Η έννοια της ύπαρξης, συνδέθηκε με τη ζωή και η έννοια της ανυπαρξίας, με το θάνατο. Το μόνο λοιπόν σίγουρο και θετικό, είναι το παρόν, είναι η αίσθηση της ύπαρξης και το μόνο πράγμα που εξασφαλίζει αυτό το παρόν, την ύπαρξη και τη ζωή, είναι ο εαυτός μας. Αυτόν λοιπόν τον εαυτό μας, προσπαθούμε με κάθε μέσο να τον διατηρήσουμε, να τον εξασφαλίσουμε και για να το επιτύχουμε, επιστρατεύουμε όλα τα χαρίσματα που διαθέτουμε.
Η Νόηση με την οποία μας προίκισε η φύση, επιστρατεύεται για το σκοπό αυτό συνειδητά, ενώ παράλληλα, εκδηλώνουμε υποσυνείδητα και την άλλη μας αρχή, την Αγάπη – γιατί δεν μπορούμε να κάνουμε αλλιώς. Πράγματι, το πρώτο αντικείμενο της αγάπης και της στοργής μας, είναι ο εαυτός μας.
Η αγάπη αυτή με την οποία γεννιόμαστε, προβάλλεται σιγά-σιγά σε ό,τι αποτελεί επέκταση του εαυτού μας. Προβάλλεται στην οικογένειά μας, στα παιδιά μας, στα αδέλφια μας. Και προς αυτούς είμαστε καλοί κι αυτούς μπορεί να τους δικαιολογούμε, να τους συγχωρούμε, να τους καλύπτουμε, να θυσιαζόμαστε ίσως γι’ αυτούς.
Πέραν τούτου όμως, η ακτινοβολία της αγάπης μας σταματά , διότι από κει και πέρα αρχίζει ο κύκλος της ακτινοβολίας των άλλων εγώ. Από κει και πέρα αρχίζει ο ανταγωνισμός, ο συναγωνισμός, η πάλη για τη ζωή, που έχει πάντα τα πρωτεία έναντι οποιασδήποτε αγάπης.
Επειδή ακριβώς την ίδια τακτική ακολουθούν όλα τα εγώ, όλες οι επί μέρους μονάδες, όλες οι μοναδικές και ανεπανάληπτες ατομικότητες, είναι επόμενο τα συμφέροντα του ενός να προσκρούουν στα συμφέροντα του άλλου, είναι επόμενο να καλλιεργούμε όχι πλέον τον φυσικό εγωισμό, αλλά τον εγωκεντρικό, που οδηγεί την ανθρώπινη κοινωνία να εκφράζεται με το Νόμο της ζούγκλας, όπου η πάλη για την αυτοσυντήρηση είναι αδυσώπητη.
Αυτή είναι η τωρινή, η σημερινή βαθμίδα της εξελικτικής πορείας του ανθρώπου. Ο φυσικός εγωισμός μας, που πηγάζει από την μοναδικότητα της ατομικότητάς μας, μετατρέπεται πολύ γρήγορα σε εγωκεντρισμό και οι φυσικές αρετές του εγώ μας, η Νόηση και η Αγάπη, εξυπηρετούν αποκλειστικά και μόνο την ατομικότητά μας, οπότε βλάπτουν ανεπανόρθωτα την ανθρωπιά μας.
Την ανθρωπιά, η οποία έχει σαν κύριο γνώρισμα την Καλοσύνη. Η Καλοσύνη είναι το δώρο που ο άνθρωπος έλαβε από το θεό, το Υπέρτατο Καλό, γι’ αυτό και η Καλοσύνη δεν επιδέχεται καμιά τελειοποίηση. Είναι τέλεια από μόνη της. Αντίθετα, η Λογική, η Κρίση, η Νόηση και όλες αυτές οι ανθρώπινες πνευματικές εκδηλώσεις, βρίσκονται στο στάδιο της εξέλιξης, έχουν ακόμα πολύ δρόμο για να εκφράσουν σπίθα Σοφίας και επομένως δεν μπορούμε να τις εμπιστευόμαστε απόλυτα.
Το Μέτρο, λοιπόν και ο Υπολογισμός – εκδηλώσεις του νου, του εγκεφάλου, της Λογικής, είναι τα κύρια εργαλεία που το Εγώ χρησιμοποιεί για την διατήρηση και την εξασφάλιση της ύπαρξής του. Η Καλοσύνη από την άλλη μεριά, έχει την τάση να επεκτείνει την ακτινοβολία της προς τους άλλους, γιατί οδηγείται αποκλειστικά και μόνο από την αρχή της Αγάπης. Η συγκέντρωση από τη μία, η ακτινοβολία από την άλλη. Η σύγκρουση είναι αναπόφευκτη, γι’ αυτό άλλωστε είναι και τόσο δύσκολο στον άνθρωπο να είναι Καλός.
Τι μπορούμε να κάνουμε για να συμβιβάσουμε τις δυο αυτές αντιθέσεις, όταν είναι γνωστό πως η καλοσύνη πολλές φορές συνοδεύεται από την πεποίθηση πως είναι κουταμάρα, ή βλακεία, ή χαμηλή διανοητική στάθμη ή ότι είναι αδυναμία του χαρακτήρα, που οδηγεί στην εκμετάλλευση;
Η εξυπνάδα όμως δεν είναι κάποιο ιδιαίτερο προνόμιο, αλλά απλά μια φυσιολογική διανοητική κατάσταση του μέσου ανθρώπου και όσοι υπερηφανεύονται γι’ αυτήν, τους λείπει ασφαλώς η πραγματική αρετή του Πνεύματος: Η ευφυΐα.
Η αντιμαχία μεταξύ εξυπνάδας και καλοσύνης, είναι διότι ο έξυπνος έχει σαν γνώμονα της ζωής του το ατομικό του συμφέρον πρώτα και μετά τις καλοσύνες του, ενώ ο πραγματικά καλός, βάζει πρώτα την αγάπη του για τους άλλους και μετά το ατομικό του συμφέρον.
Όσον αφορά δε την πεποίθηση ότι ο πολύ καλός άνθρωπος έχει και αδύναμο χαρακτήρα, θα μπορούσαμε να πούμε ότι μπορεί να συμβαίνει κάτι τέτοιο αλλά η αδυναμία του χαρακτήρα δεν είναι διακριτικό του καλού ανθρώπου, είναι θα λέγαμε όλων των ανθρώπων. Η αδυναμία του χαρακτήρα οφείλεται σε πάθη ή ελαττώματα που μας καθιστούν δέσμιους και επομένως εκμεταλλεύσιμους. Η αδυναμία του χαρακτήρα, οφείλεται σε φοβίες, σε ψυχικές ανισορροπίες που δεσμεύουν την ανεξαρτησία και την ελευθερία της προσωπικότητάς μας.
Άρα, το μόνο καθήκον που έχει ο άνθρωπος απέναντι στον εαυτό του, είναι να διατηρήσει και να περιφρουρήσει την ανεξαρτησία του και την ελευθερία της προσωπικότητάς του. Ό,τι είναι δυνατό να δεσμεύσει την ανεξαρτησία του αυτή, ό,τι είναι δυνατό να προσβάλει την ελευθερία αυτή, ό,τι δηλαδή μπορεί να τον καταστήσει δέσμιο και υποχείριο, όχι μόνο οφείλει αλλά έχει και καθήκον να το αποφεύγει. Μόνο έτσι δεν θα γίνει θύμα εκμετάλλευσης από τους άλλους, αλλά στην ανεξαρτησία του και στη δύναμή του αλλοίμονο αν δεν είναι καλός. Τότε πράγματι τα έχει χάσει όλα.