Ο ΝΟΜΟΣ ΤΗΣ ΕΥΘΥΝΗΣ

Στην ομιλία αυτή δεν θα ασχοληθούμε με την ευθύνη ως στοιχείο καταλογισμού συνεπειών από την παράβαση των ανθρωπίνων νόμων, αλλά για την ευθύνη ως νόμο της δημιουργίας.

Θα εξετάσουμε:
• Τι είναι νόμος της δημιουργίας, από που απορρέει και σε τι αποβλέπει.
• Ποια είναι η αιτία που ο άνθρωπος αποποιείται τις ευθύνες του και τις μεταθέτει πάντοτε στους άλλους.
• Τι συνέπειες έχει η μετάθεση αυτή στην εξελικτική μας πορεία.
• Ποια σχέση έχει ο νόμος της ευθύνης με το πεπρωμένο και το μοιραίο.
• Ποιες είναι οι απαραίτητες προϋποθέσεις που καθιστούν τον άνθρωπο ικανό να αναλαμβάνει τις ευθύνες του.
• Ποια σχέση υπάρχει μεταξύ του νόμου της ευθύνης και του νόμου της επανόρθωσης.
• Ποια είναι η αρετή που κατακτά ο άνθρωπος όταν συνεταιρίζεται το νόμο της ευθύνης.
• Ποια σχέση υπάρχει μεταξύ του νόμου της ευθύνης και της Ηθικής.

Αυτά είναι μερικά από τα ερωτήματα με τα οποία θα ασχοληθούμε στην ομιλία αυτή.

Στη συνέχεια, μπορείτε να παρακολουθήσετε την ομιλία.

Ακολουθεί το κείμενο της ομιλίας, για μια δεύτερη ματιά και περαιτέρω μελέτη!

Η αποψινή μας ομιλία έχει ως θέμα το νόμο της ευθύνης, όχι ως στοιχείου καταλογισμού συνεπειών, λόγω της παραβάσεως των ανθρωπίνων νόμων, αλλά της ευθύνης ως νόμου της δημιουργίας.

Σύμφωνα με την διδασκαλία μας νόμος είναι: Η συνέχιση και η εναλλαγή μιας κίνησης απλής ή πολλαπλής στον κόσμο και σ’ όλα τα μόριά του, στην Παγκόσμια και Ατομική ζωή.

Από τον ορισμό αυτό προκύπτουν δύο στοιχεία, τα οποία μας είναι χρήσιμα. Το πρώτο είναι ότι ο νόμος καθορίζεται ως κίνηση, η οποία επιτρέπει στη Δημιουργία να διατηρείται και να διαιωνίζεται, συνεχώς εξελισσόμενη και το δεύτερο είναι ότι η κίνηση είναι το χαρακτηριστικό γνώρισμα της Υπερουσίας.

Συνεπώς, εφόσον ο νόμος είναι κίνηση και η κίνηση είναι το χαρακτηριστικό γνώρισμα της Υπερουσίας, συνεπάγεται ότι και ο νόμος της ευθύνης, όπως και κάθε νόμος της δημιουργίας, έχει ως αίτιο, απορρέει δηλαδή από την Υπερουσία και αποβλέπει στην εξέλιξη.

Έτσι λοιπόν, κάθε νόμος πηγάζει από ένα αίτιο και καθορίζεται από ένα αποτέλεσμα. Μεταξύ τώρα αιτίου και αποτελέσματος, υπάρχει πάντα ένα ενδιάμεσο στάδιο, το οποίο για τη Δημιουργία είναι οι Νόμοι και για τον άνθρωπο οι πράξεις του, οι οποίες πράξεις του ανθρώπου παραλληλίζονται με τους νόμους.

Όταν όμως παραλληλίζουμε τις ανθρώπινες πράξεις με τους νόμους, αυτό δεν σημαίνει ότι οι πράξεις των ανθρώπων είναι νόμοι ή έχουν την ισχύ και τη θέση νόμων. Μη μας διαφεύγει ότι αίτιο των νόμων της Δημιουργίας, είναι η Υπερουσία, ενώ αίτιο των ανθρωπίνων πράξεων είναι η νοητική κατάσταση του ανθρώπου, η οποία κάθε άλλο παρά Υπερουσιαστική ή αγνή είναι, γι’ αυτό και τις περισσότερες φορές, οι πράξεις μας στερούνται και λογικής και ανθρωπιάς.

Ένα άλλο βασικό στοιχείο που αφορά τους νόμους, είναι ότι οι νόμοι δεν αντιτάσσονται μεταξύ τους, ενώ οι πράξεις των ανθρώπων παρεκκλίνουν και αντιτάσσονται, καθότι ο άνθρωπος διατελεί υπό το κράτος μιας συνεχούς παρέκκλισης ιδεών, η οποία πραγματοποιείται υπό μορφή πράξεων, μεταξύ τους διαφορετικών και αντιτασσόμενων.

Αφού όμως ο νόμος της ευθύνης απορρέει από την Υπερουσία, γιατί ο άνθρωπος να κάνει τόσο κακή χρήση του νόμου αυτού, να μην αναλαμβάνει τις ευθύνες του, αλλά αντίθετα να τις αποποιείται και να θέλει να τις μεταθέτει στους άλλους;

Την απάντηση θα την αναζητήσουμε στις απαρχές της δημιουργίας του ανθρώπου και συγκεκριμένα θα καταφύγουμε στην Αγία Γραφή, στο Γ΄ Κεφάλαιο της Γένεσης, όπου σύμφωνα με το εδάφιο αυτό οι πρώτοι μας Γονείς δοκίμασαν τον καρπό από το Δένδρο της Γνώσης του Καλού και του Κακού, που είχε ως αποτέλεσμα τον αποκλεισμό τους από το Δένδρο της Ζωής και την αποπομπή τους από τον Παράδεισο.

Από του σημείου αυτού και μετά παρατηρείται το φαινόμενο της αποποίησης και μετάθεσης ευθύνης στην ιστορία του ανθρώπου, από τον εαυτό του στους άλλους κι αυτό σηματοδοτεί το αποτέλεσμα της καθοδικής πορείας του ανθρώπου-πνεύμα στον άνθρωπο-άτομο.

Η συνάντηση όμως αυτή του Πνεύματος (ανθρώπου -πνεύμα) με την ύλη (ανθρώπου-άτομο), είχε ως συνέπεια για το Πνεύμα την ατομικοποίησή του, η οποία επιφέρει σοβαρά επακόλουθα στην αντανάκλασή του και στην προσπάθειά του της επανόδου στη Πηγή, διότι οι περισπασμοί της ύλης είναι πολύ ισχυροί.

Γνωρίζουμε ότι χαρακτηριστικό του πνεύματος είναι η απειροσύνη, που συνεπάγεται απόλυτη ενότητα και μας δείχνει πως εκεί, στο Πνεύμα, βασιλεύει μόνο το «EΜΕΙΣ, σε αντίθεση με τα χαρακτηριστικά της ύλης, που είναι το πεπερασμένο, η αντίσταση , η ασυνέχεια, ο διαχωρισμός.

Έτσι, από το πεδίο της αιωνιότητας, της συμμετοχής στο ενιαίο και στην απειροσύνη, το πνεύμα, κατερχόμενο στην ύλη, βρίσκεται σε ένα διαφορετικό περιβάλλον, αντίθετο και αντιτασσόμενο στην πνευματική υπόσταση του ανθρώπου.

Ένα ακαθόριστο συναίσθημα αναπτύσσεται τότε στον άνθρωπο – άτομο, ότι έχει καταστεί πλέον μονάδα φαινομενικά ανεξάρτητη κι αυτό έχει σαν αποτέλεσμα τη γέννηση μέσα του του αισθήματος απομόνωσης, το οποίο με τη σειρά του, του γεννά το αίσθημα της αυτοσυντήρησης, προκειμένου να προφυλάξει και διατηρήσει τη νέα του μορφή.

Ο ενσαρκωμένος άνθρωπος-άτομο, δεν έχει συνειδητή αντίληψη του μυστικού αυτού δράματος που συντελείται μέσα του, εξακολουθεί να σκέπτεται σαν μεμονωμένη ατομικότητα, λαμβάνοντας ως κριτήριο όχι το καλό πλέον, αλλά το ατομικό συμφέρον, που δεσπόζει σ’ όλες σχεδόν τις σκέψεις και πράξεις του ατόμου, με συνέπεια την πάλη του ανθρώπου προς άνθρωπο.

Επομένως, η ατομικοποίηση είναι η βαθύτερη αιτία που ωθεί τον άνθρωπο να αναζητά συνεχώς εχθρούς και αντιπάλους, έξω από τον εαυτό του, χωρίς να σκέπτεται και να ερευνά αν αυτός ο ίδιος παρέβει κάποιον από τους νόμους που τον διέπουν.

Η πρωταρχική και κύρια αιτία της δυστυχίας του αυτής είναι η αδιαφορία του και η εναντίωσή του προς το νόμο-αρετή της ευθύνης. Ο νόμος αυτός, μας λέγει η διδασκαλία μας, δύναται και οφείλει να καταστεί «ο οδηγός- νόμος του ανθρώπου, ο οποίος του υπαγορεύει εκλεκτικότητα στις εσκεμμένες πράξεις του, για να είναι σε θέση να λαμβάνει υπ’ όψη του τις συνέπειες, που συνδέονται με τα αίτια, δηλαδή με τις πνευματικές πράξεις του».

Εάν ο άνθρωπος παραδεχθεί μια αλήθεια που τον διακρίνει απ’ όλα τα δημιουργήματα, ότι ο Εαυτός του δηλαδή είναι πηγή πνευματική, τότε θα αντιληφθεί στον εαυτό του την ύπαρξη ενός μυστικού νόμου, του νόμου της επανόδου στη Μονάδα κάθε σκέψης, λόγου ή πράξης.

Tούτο σημαίνει πως κάθε εκπόρευση, κάθε εκδήλωση στον ορατό περίβολο της Δημιουργίας, υπόκειται στο Νόμο της Επανόδου κι αυτό είναι στοιχείο που οικοδομεί το πεπρωμένο του. Στον άνθρωπο, το Πεπρωμένο υπάρχει επειδή υπάρχει η Επάνοδος. Εάν η εκπόρευση χανόταν και δεν υπήρχε επάνοδος, καμία συνέπεια δεν θα επήρχετο και — κατ’ ακολουθίαν — δεν θα υπήρχε ούτε Πεπρωμένο.

Το πεπρωμένο λοιπόν εξαρτάται από τον άνθρωπο, ενώ το Μοιραίον οφείλεται σε αίτια που δεν εξαρτώνται από αυτόν. Το Μοιραίο όμως είναι στενά συνδεδεμένο με τους αρμονικούς ή μηχανικούς νόμους του Κύκλου Κόσμου. Όταν λοιπόν η πνευματική δράση του ανθρώπου στη δημιουργία προκαλεί διαταραχές, οι αρμονικοί νόμοι, οι οποίοι διέπουν τον Νόμο – Άνθρωπο, δρουν και επαναφέρουν την αρμονία, προκαλώντας “τιμωρίες”, συνέπειες δηλαδή πράξεων κακών, ή ευτυχία, συνέπειες δηλαδή πράξεων αγαθών.

Παρατηρούμε δηλαδή ότι, όταν ο άνθρωπος αγνοεί το νόμο της ευθύνης, τότε ένας άλλος νόμος έρχεται να του τον υπενθυμίσει κι αυτός είναι ο νόμος της επανόρθωσης, επιβεβαιώνοντας έτσι αυτό που αναφέραμε ότι οι νόμοι δεν αντιτάσσονται μεταξύ τους, όπως οι πράξεις των ανθρώπων, αλλά λειτουργούν παράλληλα και συμπληρωματικά, ενδιαφερόμενοι μόνον για την εξέλιξη. Στον άνθρωπο επομένως, εφ’ όσον η Θέλησή του τροποποιεί δυσευνοϊκά το καθεστώς, καθίσταται απαραίτητη μία αποκατάσταση.

Για να μην υπάρχει λοιπόν διαταραχή και ανάγκη αποκατάστασης, ο άνθρωπος οφείλει να προσεταιρισθεί το νόμο-αρετή της ευθύνης, ο οποίος θα του υπαγορεύει εκλεκτικότητα στις εσκεμμένες πράξεις του. Η κατάκτηση της αρετής αυτής, είναι εκείνη που διαμορφώνει την πνευματική προσωπικότητα του ανθρώπου και τον οδηγεί στην κατανόηση του νόμου αιτίου, που διέπει την πνευματική του δραστηριότητα, δηλαδή του νόμου της επανόδου.

Με αίσθημα ευθύνης τότε, παρατηρεί την πνευματική του διαδρομή, το ξεδίπλωμα δηλαδή του 9δικού πίνακα, που θα του εξασφαλίσει τα καλύτερα δυνατά αποτελέσματα, εναρμονιζόμενος για κάθε του πράξη με αυτό που του ζητεί το 7ο θεώρημα.
1ο) Να εμπνέεται από την Αγάπη, γιατί η αγάπη είναι παγκόσμιος παράγοντας που τείνει στην ένωση των ανθρώπων και αποκλείει τον εγωισμό και το κακό.
2ο)Στη σύλληψή της να πρωτοστατεί η Σοφία, δηλαδή η εσκεμμένη και λογική προμελέτη, που θα εξασφαλίσει την τέλεια κατάστρωσή της.
3ο)Να διαθέτει την απαιτούμενη ισχύ, ώστε η πράξη να εκτελεστεί σωστά.

Πορευόμενος σ’ αυτό μονοπάτι, όπως μας λέγει ο Α.Τ Ευγένιος, θα παρακολουθεί να αναδύεται εντός του το συναίσθημα της ευθύνης, το οποίο συνδέεται με την εξυψωμένη συνείδηση και με την κατάκτηση της ελευθερίας.

Διότι κατακτώντας την ελευθερία του ο άνθρωπος, εξωτερικεύει έμπρακτα τη δύναμη που έχει μέσα του και επιπρόσθετα χαρακτηρίζεται από το συναίσθημα της ευθύνης των πράξεών του. Μ’ άλλα λόγια, ο ελεύθερος άνθρωπος είναι δυνατός και συνειδητά υπεύθυνος για τις πράξεις του. Είναι δυνατός, διότι έχει απελευθερωθεί από κάθε επιβολή ελαττωμάτων, δικών του ή των ομοίων του, οπότε υποτάσσεται θεληματικά μόνο στο νόμο ζωής του και δεν πράττει παρά εκείνο, που σύμφωνα με το νόμο ζωής, οφείλει να πράξει. Έτσι, είναι συνειδητά κύριος των πράξεών του και έχοντας την πλήρη ευθύνη τους, είναι έτοιμος να δεχθεί τις συνέπειές τους, οποιεσδήποτε και αν είναι αυτές» (Σκοποί του Τάγματος Α.Τ. Ντυπρέ.)

Αυτή είναι και η μεγάλη διαφορά του ανθρώπου από τα ζώα, από τις εκδηλώσεις των οποίων παρατηρούμε ότι το ζώο έχει το συναίσθημα των πράξεών του, όχι όμως και την κατανόηση των συνεπειών τους.

Ο άνθρωπος σε αντίθεση με τα ζώα , μπορεί να παρατηρεί τις σκέψεις του, την ομιλία και τις πράξεις του, καθώς και τα αποτελέσματά τους. Επεξεργάζεται την πείρα του παρελθόντος, μπορεί να προγραμματίσει ή να επιλέξει μεταξύ δύο ή τριών λύσεων, όσον αφορά την περαιτέρω δραστηριότητά του, με λίγα λόγια έχει τη δυνατότητα επιλογής.

Τούτο εκ πρώτης όψεως, μας δίνει την εντύπωση της ελευθερίας, όμως από αυτό είναι που πηγάζει και η ευθύνη του ανθρώπου γι’ αυτό που πράττει και γι’ αυτό που είναι.

Όσο λοιπόν το ανθρώπινο ον απαλλάσσεται απ’ τα δεσμά που περιορίζουν τις εκδηλώσεις του, τόσο περισσότερο το πεδίο της ελευθερίας του διευρύνεται, ώστε να μπορούμε να πούμε ότι οι βαθμοί της εξέλιξης του ανθρώπου, βαδίζουν παράλληλα με τις βαθμίδες της ελευθερίας που αυτός κατακτά.

Είναι λοιπόν προς όφελος του ανθρώπου, ως ενσαρκωμένου πνευματικού όντος, να εναρμονίσει τη ζωή του και τη δραστηριότητά του με τη Θεία νομοτέλεια, στην οποία εντάσσεται και η ευθύνη, ως νόμος –αρετή, όπως μας αποκαλύπτει η Φιλοσοφική Δοξασία των Αδ. της Ανατολής.

Ο ίδιος όμως ο άνθρωπος απεμπολεί την ελευθερία του, φέρεται αφύσικα, ανελεύθερα, οι πράξεις του είναι χωρίς συνοχή και συνήθως παρορμητικές και επιφέρουν δυσάρεστα αποτελέσματα και τότε αναζητά – πάντα έξω από τον εαυτό του– φανταστικές αιτίες για να δικαιολογήσει τα καταστροφικά αποτελέσματα.

Η απελευθέρωση από τον κλοιό αυτό, έρχεται μέσα από τη συνειδητοποίηση και τη γνώση της λειτουργίας των νόμων που διέπουν τον άνθρωπο, ως φυσικό και ως πνευματικό ον και μεταξύ των νόμων αυτών είναι και ο Νόμος του Κύκλου ή της Επανόδου της πνευματικής δράσης του ανθρώπου στη δημιουργία.

Αντί λοιπόν να μετανοούμε για τα σφάλματά μας, είναι καλύτερα να προνοούμε, έτσι ώστε να είμαστε υπεύθυνοι, (υπό την ευθύνη), δηλαδή να προσεταιριζόμαστε το νόμο –αρετή της ευθύνης, καλλιεργώντας μέσα μας την αρετή της υπευθυνότητας, η οποία θα γίνει το ποιοτικό γνώρισμά μας, που θα χαρακτηρίζει την ύπαρξή μας και θα εκδηλώνεται μέσα από κάθε μας δραστηριότητα.

Κύριο δε καθήκον μας δεν είναι άλλο από την εναρμόνισή μας με τους νόμους, που μας διέπουν, αφού από αυτούς εξαρτάται η ζωή μας και η πραγματοποίηση του σκοπού της ύπαρξής μας.

Πρώτιστος δε νόμος είναι ο Ηθικός νόμος, καθώς η Ηθική είναι το συμπλήρωμα της φύσης, το οποίο προηγήθηκε απ’ αυτή κατά τη Δημιουργία. Καθήκον μας λοιπόν είναι ό,τι επιβάλλει η αναλλοίωτη Ηθική και οι νόμοι που διέπουν τον άνθρωπο, ως πνευματικό και ως φυσικό ον.

Και, όπως μας λέγει ο Σ. μ Δ Δώρος – «ο άνθρωπος έχει απέναντι στην ίδια του την ύπαρξη ένα βασικό καθήκον, το οποίο συνίσταται στο να γνωρίσει τον εαυτό του και τα διάφορα κίνητρα που τον κάνουν να δρα στην υλική του ζωή. Να γνωρίσει τέλος το βαθμό του αναπότρεπτου μοιραίου που ενυπάρχει στους νόμους που μας διέπουν. Αν το καθήκον αυτό δεν εκτελεστεί, ας διέλθουμε εν ειρήνη και ας αφήσουμε το ον μας να επανέλθει στο σκοτάδι απ’ όπου εσύρθημεν».

Σκοπός επομένως του νόμου της ευθύνης είναι να βοηθήσει τον άνθρωπο να ΕΞΕΛΙΧΘΕΙ, με το να είναι υπεύθυνος για τις πράξεις του και ισχυρά ελεύθερος να αναλαμβάνει και τις συνέπειές τους. Κατ’ αυτό το τρόπο και συνεταιριζόμενος ο άνθρωπος το νόμο της ευθύνης θα μπορέσει να κατακτήσει την αρετή της υπευθυνότητας.

Γινόμενος δε υπεύθυνος, ταυτίζει την ευθεία οδό που συνδέει το αίτιο με το αποτέλεσμα και την εντάσσει σε μια άλλη, μεγαλύτερη ευθεία οδό, αυτήν της Ηθικής, καθότι η Ηθική είναι η ευθεία αίσθηση, όπως λέγει ο Διδάσκαλός μας, δηλαδή μια άλλη νοητή ευθεία, η οποία συνδέει τον άνθρωπο με το Θεό, καθιστώντας, τον υπεύθυνο και ελεύθερο άνθρωπο, μια ισχυρά ηθική προσωπικότητα.

Καταλήγοντας λοιπόν, οφείλουμε να συνειδητοποιήσουμε, ότι η ευθεία είναι η συντομότερη οδός, που πρέπει να ακολουθούμε στη ζωή μας και προφανώς ο μοναδικός δρόμος, που μπορεί να οδηγήσει τον άνθρωπο πίσω στον χαμένο του Παράδεισο.

Τάγμα του Κρίνου και του Αετού